Μονή Βατοπεδίου
Κοντά σε έναν όρμο και σε απόσταση 3 ωρών από τις Καρυές, στο μέσο της βορειονατολικής πλευράς της Αθωνικής χερσονήσου, βρίσκεται το κτιριακό συγκρότημα της μονής Βατοπεδίου. Το επιβλητικό σε δομή και μέγεθος μοναστήρι διαθέτει ένα από τα πιο πλούσια αρχεία του Ορους. Παρόλο που ένα μέρος του έχει εκδοθεί, εν τούτοις η πρώιμη ιστορία του παραμένει ακόμα σκοτεινή. Μια παράδοση, προφανώς αστήρικτη, θέλει για ιδρυτή της τον Μέγα Θεοδόσιο και συνδέει την ονομασία της με την θαυματουργή διάσωση του γιου του μέσα σ’ έναν βάτο. Μια άλλη παράδοση κοντά στη πραγματικότητα, αναγνωρίζει ως κτήτορες τους αδελφούς Αθανάσιο, Νικόλαο και Αντώνιο που ήρθαν εδώ από την Ανδριανούπολη και ανοικοδόμησαν το μοναστήρι το 972.
Πάντως, η πρώτη γραπτή μαρτυρία ανάγεται σε ένα έγγραφο του «Πρώτου» Παύλου του 985, στο οποίο υπάρχει η υπογραφή του ηγουμένου του Βατοπεδίου, Νικηφόρου. Η μονή άκμασε μετά τον 11ο αιώνα, εποχή κατά την οποία προσάρτησε πολλές μονές που τις μετέτρεψε σε εξαρτήματά της. Το Βατοπέδι μαζί με την Ιβήρων βρίσκεται στη δεύτερη θέση της ιεραρχίας των αγιορείτικων μονών, ύστερα από τη Mεγάλη Λαύρα.
Χαρακτηριστικό του πλούτου που συγκέντρωσε αποτελεί ένα χρυσόβουλλο του Ανδρόνικου Β’, του 1292. Σύμφωνα μ’ αυτό, κατείχε μετόχια και «μονύδρια» σε διάφορα μέρη, τα έσοδα ενός πανηγυριού, ένα βοσκοτόπι για βόδια και το νησί της Αμμουλιανής. Διαδραμάτισε, επίσης, σπουδαίο ρόλο στην εξάπλωση της κίνησης του ησυχασμού, αφού στο καθολικό του εκάρη μοναχός Γρηγόριος ο Παλαμάς.
Η ανέγερση καινούργιων κτισμάτων αποδίδεται σε δωρεές του 12ου αιώνα από τον βασιλιά της Σερβίας Συμεών και τον γιο του, Σάββα. Λαφυραγωγήθηκε πολλές φορές στην ιστορία της από Καταλανούς και Τούρκους και περιέπεσε σε οικονομική δυσχέρεια. Το έργο της αναστήλωσής της πάντα συνέδραμαν βυζαντινοί αυτοκράτορες, Βαλκάνιοι ηγεμόνες, οι τσάροι της Ρωσίας και σε κάποιες εποχές και ηγεμόνες της Δύσης.
Το τρίκογχο καθολικό με τρούλο (10ος αιώνας) είναι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, με τυπολογία βασισμένη σε εκείνο της Μεγίστης Λαύρας. Ανακατασκευάστηκε τον 14ο αιώνα και τον 17ο έγινε η προσθήκη του διώροφου ανοικτού έξω νάρθηκα. Στο εσωτερικό της διατηρούνται τα μοναδικά σωζόμενα στο Αγιο Ορος ψηφιδωτά του 11ου και 14ου αιώνα, ενώ οι τοιχογραφίες είναι του 1312 και ανήκουν στη Μακεδονική σχολή. Το ξυλόγλυπτο εικονοστάσιο του 1788 είναι εξαιρετικής τέχνης και αντικατέστησε το αρχικό μαρμάρινο. Επίσης, στο δάπεδο υπάρχουν εξαιρετικά μαρμαροθετήματα. To καμπαναριό του 1427 είναι από τα υψηλότερα του Αγίου Ορους κι έχει οκτώ καμπάνες.
Το μοναστήρι είναι το μοναδικό στο Ορος που ακολουθεί το Γρηγοριανό ημερολόγιο. Στην πλούσια βιβλιοθήκη του περιλαμβάνονται πάνω από 1.700 χειρόγραφοι κώδικες, μεταξύ των οποίων το αρχαιότερο χειρόγραφο βυζαντινής μουσικής (1106), σπάνια γεωγραφικά έργα του Πτολεμαίου, του Στράβωνα, του Παυσανία, δυο Ψαλτήρια με μικρογραφίες και μια εικονογραφημένη Οκτώηχος.
Κείμενο: Δρ. Αντώνιος Γ. Δικαίος/ Θεολόγος - Περιβαλλοντολόγος.