Μονή Μεγίστης Λαύρας
Ονομάζεται και Λαύρα του Αθανασίου. Στο ακρωτήριο Ακράθως, στην νοτιοανατολική πλευρά της χερσονήσου του Αγίου Ορους και σε απόσταση επτάωρης πεζοπορίας από τις Καρυές, ορθώνεται το επιβλητικό κτιριακό συγκρότημα της κοινοβιακής μονής Μεγίστης Λαύρας. Είναι η αρχαιότερη στο Ορος και κατέχει δικαιωματικά την πρώτη θέση στην ιεραρχία μεταξύ των άλλων είκοσι μοναστηριών.
Κτήτοράς της είναι ο Αθανάσιος ο Αθωνίτης που την έκτισε το 963 με την προτροπή και τη συνδρομή του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, ο οποίος σκόπευε να αποσυρθεί στο Ορος. Ο μοναχός αυτός θεωρείται από τις μεγαλύτερες μορφές του ορθόδοξου κοινοβιακού μοναχισμού. Με περηφάνια η παράδοση υποστηρίζει ότι οι χάλκινες πύλες του νάρθηκα της εκκλησίας προέρχονται από τα λάφυρα που πήρε ο αυτοκράτορας από τους Σαρακηνούς με την ανακατάληψη της Κρήτης.
Η Λαύρα δέχτηκε τα προνόμια του Νικηφόρου Φωκά που την ανακήρυσσαν αυτοκρατορική μονή, την καθιστούσαν ανεξάρτητη από τις τοπικές εκκλησιαστικές αρχές και την προικοδοτούσαν μ’ ένα ετήσιο επίδομα 244 χρυσών νομισμάτων. Στο φρουριακού χαρακτήρα μοναστικό συγκρότημα τον 11ο αιώνα ασκούνταν 700 μοναχοί. Την ακμή της στο διάβα της ιστορίας πιστοποιεί το γεγονός ότι από την αδελφότητά της αναδείχθηκαν 50 Αγιοι και υπηρέτησαν την Εκκλησία 27 Πατριάρχες και 145 Επίσκοποι.
Ο Αθανάσιος επέβλεψε την κατασκευή του Καθολικού επιφάνειας 600 τ.μ., τα κελιά, το νοσοκομείο, το μαγειρείο και το υδραγωγείο. Ο ναός αρχικά ήταν αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, ενώ μετά τον 15ο αιώνα τιμάται ανήμερα της κοίμησης του Οσίου Αθανασίου. Ο αρχιτεκτονικός του τύπος είναι ο σύνθετος εγγεγραμμένος τετρακιόνιος σταυροειδής με τρούλο, που επικράτησε να ονομάζεται «αγιορείτικος ρυθμός» και συναντάται στα περισσότερα αθωνικά μοναστήρια. Οι τοιχογραφίες του 1535 είναι έργο του περίφημου Θεοφάνη από την Κρήτη, ενώ το μαρμάρινο τέμπλο φιλοτέχνησε το 1870 ο τηνιακός Γιαννούλης Χαλεπάς. Στον περίβολο με τα γιγάντια κυπαρίσσια και τη «φιάλη» υπάρχει, ανάμεσα στα 37 παρεκκλήσια, η Παναγία η Κουκουζέλισσα, με τη θαυμάσια ομώνυμη φορητή εικόνα της παλαιολόγειας εποχής.
Στη διάρκεια της χιλιόχρονης ιστορίας της η μονή ευνοήθηκε από τους ισχυρούς κάθε εποχής. Ο Κωνσταντίνος Θ’ ύστερα από παράκληση των μοναχών απέστειλε υψηλόβαθμους αξιωματούχους του παλατιού για να αποτρέψουν τη φορολόγησή της από τοπικούς άρχοντες. Το 1259 ο Μιχαήλ ΙΓ’ με χρυσόβουλλο επιβεβαίωσε την περιουσία της και της παραχώρησε το χωριό Tοξόμπους. Την ίδια πολιτική ακολούθησε και ο Ανδρόνικος Β’. Η μονή ανέδειξε φωτισμένους ηγούμενους όπως τον Φιλόθεο Κόκκινο και τον Γρηγόριο τον Παλαμά. Η ιστορική πορεία της συνεχίστηκε με τις επιδρομές της Καταλανικής Εταιρείας και στη συνέχεια με την κατάληψη του Ορους από τους σέρβους και την ολιγόχρονη παραμονή των Οθωμανών, το 1387.
Εδώ φυλάσσονται πολλά άγια λείψανα, ενώ στο περίφημο σκευοφυλάκιό της βρίσκεται, ανάμεσα σε πλήθος πολύτιμων κειμηλίων, ο αυτοκρατορικός σάκκος, το στέμμα και το ευαγγέλιο του Νικηφόρου Φωκά, χειρόγραφα Ευαγγέλια, δώρα των Ρώσων τσάρων, κινέζικες πορσελάνες, ιταλικά πιάτα και όπλα. Η συλλογή από φορητές εικόνες υπερβαίνει τις 2,000. Η βιβλιοθήκη της με 2,800 κώδικες, εκατοντάδες σπάνια χειρόγραφα, 8,000 έγγραφα και 110,000 βιβλία από το 1500 μέχρι σήμερα, κατατάσσεται ανάμεσα στις σπουδαιότερες και πλουσιότερες στον Ορθόδοξο κόσμο.
Κείμενο: Δρ. Αντώνιος Γ. Δικαίος/ Θεολόγος - Περιβαλλοντολόγος.